Το μάθημα των θρησκευτικών


Γεωργίου Η. Κρίππα,
Διδάκτορος Συνταγματικού Δικαίου



Η Συνταγματική κατοχύρωσις του μαθήματος των θρησκευτικών
παρ'ημίν και εν τη αλλοδαπή

(*) Διάλεξις δοθείσα τήν 17.1.1996 εις τήν αίθουσαν του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών συμπληρωθείσα και εμπλουτισθείσα διά τής νεωτέρας βιβλιογραφίας καί νομολογίας.



Αυστρία-Ελβετία-Βέλγιο-Ιταλία-Αγγλία-Ολλανδία-
Ισπανία-Πορτογαλλία-ΗΠΑ-Ανατολική Ευρώπη

(1). Ὁ Ermacora(2) ἀναφερόμενος εἰς τόν κυριαρχικόν ρόλον τῆς ἐκκλησίας. Ὁ αὐτός(3). Ὁ Klecatshky(4) ἀναφέρων ὅτι ἐν προκειμένῳ ἀποφασίζει κυριαρχικῶς ἡ ἐκκλησία. Klecatshky- Kohl(5), οἱ ὁποῖοι ἀναφέρουν ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν τυγχάνει ὑποχρεωτικόν (Pflichtgegenstand). Ἐπίσης, Schinkele(6). Τά ἴδια δέχεται καί ἡ αὐστριακή νομολογία, ὅπως π.χ. ἡ ἀπό 10.11.1989 ἀπόφασις τοῦ Διοικητικοῦ Ἀκυρωτικοῦ(7), ὅπου ἀναφέρεται καί ὁ εἰδικός λεπτομερής νόμος.

Ὁ Hellbling εις τήν μελέτην του «Staat und Κirche in Österreich aus evangelischer Sicht», εἰς Κirche und Staat - Fritz Ecker zum 65 Geburtstag 1976, στήν σελ. 203 ἀναφέρει, ὅτι εἰς τήν Αὐστρίαν εἶναι κατοχυρωμένη συνταγματικῶς ἡ θρησκευτική ἐκπαίδευσις τῶν προτεσταντῶν μαθητῶν (Religionsunterricht an evangelische Schüler der öffentlichen und... privaten Schulen gewährleistet). Ὁ Koctelecky εἰς τήν μελέτην του «auf dem Weg zur Partnerschaft zwischen Κirche und Staat», εἰς Österreichisches Archiv für Kirchenrecht, 1992, εἰς σελ. 65 ἀναφέρει, ὅτι διά τοῦ Κονοκορδάτου, τό ὁποῖον ἔχει συνάψει ἡ Αὐστρία μετά τῆς Ἁγίας Ἕδρας, ἡ Αὐστρία ἀναλαμβάνει τήν ὑποχρέωσιν νά διδάσκη εἰς τά σχολεῖα τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν (der Schulartikel des Konkordates hat daher weiterhin volle Geltung). Πε­ραιτέρω ἀναφέρει, ὅτι τό ἐν λόγῳ Κονκορδᾶτον ἔχει ἐπηυξημένην τυπική ἰσχύν. Ὡς ἀναφέρει ὁ R. Potz εἰς τήν μελέτην του «State and church in Αustria», εἰς state and church in the European Union, 1996 (σελ. 229 ἑπ.), εἰς τήν Αὐστρίαν τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι ὑποχρεωτικόν (ἐπί λέξει: «For all pupils who are members of a legal recognised church οr religion community, religious education οf their denomination is a compulsory subject», σελ. 244). Εἰς τήν ἰδίαν σελίδα ἀναφέρει περαιτέρω, ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἰς τά σχολεῖα τό ὀργανώνει ἡ Ἐκκλησία, τό δέ μάθημα αὐτό εἶναι κατά πάντα ἰσότιμον μέ τά λοιπά. Εἰς τήν σελίδα 243 ἀναφέρει ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν κατοχυροῦται συνταγματικῶς διά τοῦ ἄρθρου 17 τοῦ Συντάγματος, τό ἐν λόγῳ δέ μάθημα ὑπό τήν ὡς ἄνω μορφήν του ρυθμίζεται ὑπό τοῦ Νόμου περί σχολικῆς ὀργανώσεως 242/1962 (Schulorganisationsgesetz 242/1962 σελ. 243). Οἱ Beimer - Baldus(8) ἀναφέρουν, ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἰς τήν Αὐστρίαν τυγχάνει κατηχητικόν («wird der R. konfessionell gebunden erteilt»), ὅτι οἱ καθηγηταί αὐτοῦ ἐγκρίνονται ἀπό τήν Ἐκκλησίαν, ἡ ὁποία καθορίζει τήν διδακτέαν ὕλην, ἔχει δέ καί τό δικαίωμα ἐποπτείας ἐπί τοῦ τρόπου διδασκαλίας δι' εἰδικῶν «Ἐπιθεωρητῶν» (Fachinspektoren zur Beaufsichtigung des Religionsuntenichts). Ὁ Schwendenwein εἰς σειράν ὅλην μελετῶν πού ἔχει δημοσιεύσει(9) ἀναφέρει, ὅτι εἰς τήν Αὐστρίαν τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι ὑποχρεωτικόν (Pflichtfach, Pflichtgegenstand, compulsory, Pflichtgegenstände sind für alle Schüler der Klasse verbindlich), ὅτι εἶναι μάθημα κατηχητικό (konfessionell, - konfessionell - kirchlich), ὅτι ἡ ὕλη τοῦ μαθήματος καί τά βιβλία καθορίζονται ὑπό τῆς Ἐκκλησίας (Die von der Kirche erlassenen Lehrpläne, ... Auch für die im RU verwendeten Schulbücher und Lehrmittel ist auschliesslich die Kirche entscheidend). Καθώς καί ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν διδάσκεται ὑποχρεωτικῶς τουλάχιστον ἐπί δύο ὧρας τήν ἑβδομάδα, χωρίς τό σχολειο νά δύναται νά τίς μειώση (sind wöchentlich 2 Religionsstunden vorgesehen ... Bei Schulversuchen kann es eine Verminderung der Religionsstunden nicht geben), οὔτε νά τίς καθοαρίση εἰς ἀκραῖες ὧρες (π.χ. πρώτη ἤ τελευταία ἤ τό ἀπόγευμα).

Ὁ Ι. Gambl(10) ἀναφέρει, ὅτι εἰς τήν Αὐστρίαν τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι ὑποχρεωτικόν (Pflichtgegenstand, σελ. 30) καί διδάσκεται εἰς ὅλα τά σχολεῖα, ὄχι μόνον δηλ. εἰς τήν στοιχειώδη καί μέσην ἐκπαίδευσιν, ἀλλά καί εἰς τά εἰδικά σχολεῖα, ἐπαγγελματικά σχολεῖα, εἰς τάς ἀνωτέρας σχολάς, εἰς τάς παιδαγωγικάς ἀκαδημίας, εἰς τάς ἐπαγγελματικάς παιδαγωγικάς ἀκαδημίας καί γενικῶς εἰς κάθε εἴδους καί μορφῆς σχολεῖα καί σχολάς (σελ.30). Περαιτέρω, ὁ ἴδιος καθηγητής ἀναφέρει, ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν τελεῖ ὑπό τήν ἄμεσον ἐποπτείαν τῶν νομίμως ἀνεγνωρισμένων Ἐκκλησιῶν (Unmittelbare Beaufsichtigung der gesetzlich anerkanten Kirchen, σελ 36). Αἱ καθ' ἑβδομάδα ὧραι τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν καθορίζονται ὑπό τοῦ κράτους κατόπιν προτάσεως τῶν νομίμως ἀνεγνωρισμένων Ἐκκλησιῶν (σελ. 66). Τό διδακτικόν πρόγραμμα καθορίζεται ἐπίσης ὑπό τῶν νομίμως ἀνεγνωρισμένων Ἐκκλησιῶν (Lehrpläne werden von den gesetzlich anerkannten Kirchen und Religionsgemeinschaften erlassen, σελ 66). Τέλος ἀναφέρει, ὅτι οἱ διδάσκαλοι τῶν θρησκευτικῶν ἐγκρίνονται καί παύονται ὑπό τῶν νομίμως ἀνεγνωρισμένων Ἐκκλησιῶν (σελ. 66-67).

Ὁ ἐπίσης γνωστός Αὐστριακός πανεπιστημιακός καθηγητής Η. Pree(11) ἀναφέρει, ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι ὑποχρεωτικόν (Pflichtgegenstand, σελ 54). Διευκρινίζει δέ, ὅτι τό μάθημα αὐτό εἶναι ὑποχρεωτικόν δι' ὅλους τούς μαθητάς, οἱ ὁποῖοι ἀνήκουν εἰς μίαν νομίμως ἀνεγνωρισμένην θρησκείαν (ἐπί λέξει «der Reli­gionsunterricht ist nur für jene Schü1er Pflichtgegenstand: welche einergesetzlich anerkannten Kirche oder Religion angehören», σελ 54). Περαιτέρω, ἐπαναλαμβάνει καί αὐτός, ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ὑπάραχει εἰς ὅλα τά σχολεῖα κατά τά ὡς ἄνω (σελ. 54), ὡς καί ὅτι ἡ διδακτική ὕλη τοῦ μαθήματος, αἱ ὧραι διδασκαλίας καί ἡ σχετική ἐποπτεία ἀνήκουν εἰς τάς νομίμως ἀνεγνωρισμένας Ἐκκλησίας (σελ. 55), αἱ ὁποῖαι ἐγκρίνουν τόν διορισμόν ἤ ἀποφασίζον τήν παῦσιν τῶν διδασκάλων καί καθηγητῶν τῶν θρησκευτικῶν (σελ. 55). Ὁ ἴδιος καθηγητής ἀναφέρει περαιτέρω, ὅτι εἰς τήν Αὐστρίαν ἡ διδασκαλία μαθήματος θρησκειολογίας (δηλ. ἀναφερόμενον εἰς διαφόρους θρησκείας καί ὄχι μόνον εἰς μίαν) δέν προβλέπεται («ein interkofes­sioneller Religionsunterricht im Sinne eines Zusammenwirkens mehre­rer Kirchen oder Religionen zur Gesta1tung desselben ist im österrei­chischen Recht nicht vorgesehen», σελ. 56), προσθέτων ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ἀνήκει εἰς τήν ἐσωτερικήν ἔννομον τάξιν τῆς Ἐκκλησίας καί εἶναι κατηχητικῶς δεσμευτικόν (Konfessionell gebungen, σελ. 56). Τέλος, πρός ἐπίρρωσιν τῶν ὡς ἄνω ὁ καθηγητής Pree ἀναφέρει, ὅτι ἡ συμμετοχή εἰς τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι ὑποχρεωτική («Verpflichtung zur Teilnahme am Religionsunterricht», σελ 57).

6. Εἰς τήν Ἑλβετίαν τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι ἐπίσης ὑποχρεωτικόν, ὁπως ἀναφέρουν ἄλλωστε οἱ καθηγηταί Favre(12)καί Ziegler(13), ὅπου τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν τό ἀναφέρει ὡς «ὑπο­χρεωτική ὕλη» (Obligatorischer Lehrfach) καί εἰς τό δημοτικόν σχολεῖον καί εἰς τό γυμνάσιον (Neebfach, ἐφημ. Tages Anzeiger 11.10.1986, σελ15). Ὁ Mayer(14) ἀναφέρει, ὅτι εἰς τήν Ἑλβετίαν τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν κατοχυροῦται ὑπό τοῦ ἄρθρου 27 τοῦ Συντάγματος ὡς ὑποχρεωτικόν (Obligatorisch ist, σελ 19-20). Καί πρός ἀπόδειξιν τούτου ἀναφέρει περαιτέρω, ὅτι εἰς πολλά Καντόνια κατεδικάσθησαν εἰς χρηματικάς ποινάς γονεῖς, διότι τά τέκνα των δέν παρακολουθοῦσαν τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ἤ, ἐφ' ὅσον ἦσαν ἀλλόθρησκοι, δέν ἐφρόντισαν νά ἀποστείλουν τά τέκνα των εἰς ἰδιωτικά σχολεῖα, τά ὁποῖα ἀνῆκαν εἰς τήν θρησκείαν των (σελ. 20). Τοῦτο, διότι ἡ συμμετοχή εἰς τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ἐξισοῦται πρός ἐκπλήρωσιν καθήκοντος ὑπό τοῦ πολίτου (Der Schulbesuch der Εrfül1ung einer Staatsbürgerpflicht gleichkomme, σελ 20). Περαιτέρω οἱ Biemer - ­Balbus(15) ἀναφέρουν, ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν τυγχάνει εἰς τήν Ἑλβετίαν κατηχητικόν (konfessionel1) καί ὅτι αὐτή ἡ μορφή τοῦ μαθήματος (καθώς καί ἡ σχολική προσευχή) τυγχάνει σύμφωνος πρός τό Σύνταγμα (als verfassungskonform angesehen, σελ 845).

7. Τό ἴδιον ἰσχύει καί εἰς τό Βέλγιον, ὅπως ἀναφέρει καί ὁ Sace(16). Τά ἴδια ἔχει δεχθῆ καί ἡ βελγική νομολογία ἐν προκειμένῳ δεχθεῖσα τήν ὑποχρεωτικότητα τῆς διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν, ὅπως προκύπτει καί ἀπό τήν ἀπό 4/3/1993 ἀπόφασιν τοῦ Cour d' Arbitrage(17).

8. Εἰς τήν Ἰταλίαν τό ἄρθρον 7 τοῦ συντάγματος ὁρίζει ὅτι αἱ σχέσεις κράτους - ἐκκλησίας ρυθμίζονται ὑπό τῆς συνθήκης τοῦ Λατερανοῦ, πού ἔχει συνάψει μέ τό Βατικανόν. Ὡς γνωστόν τό ἔτος 1984 ἡ καθολική θρησκεία ἔπαυσε νά εἶναι κρατική θρησκεία στήν Ἰταλία, ὅμως τό σχετικόν σύμφωνον εἰς τό ἄρθρον 9 ἀναφέρει ὅτι ἡ Ἰταλία ἀναγνωρίζει τήν ἀξίαν τῆς θρησκευτικῆς κουλτούρας καί λαμβάνουσα ὑπόψιν ὅτι ὁ Καθολικισμός ἀποτελεῖ τμῆμα τῆς ἱστορικῆς κληρονομίας τοῦ ἰταλικοῦ λαοῦ, βεβαιώνει ὅτι θά συνεχίση τήν θρησκευτικήν ἐκπαίδευσιν εἰς τά δημόσια σχολεῖα οἱασδήποτε βαθμίδας. Ὑπ' ὄψιν ὅτι τό συνταγματικόν συμβούλιον τῆς Ἰταλίας δι' ἀποφάσεώς του ἐκδοθείσης τόν Μάρτιον τοῦ 1989 ἐβεβαίωσε τήν ὑποχρέωσιν τοῦ κράτους νά προβλέψη μάθημα θρησκευτικῶν τῆς Καθολικῆς θρησκείας(18). Ὁ ἴδιος συγγραφεύς ἀναφέρει ὅτι εἰς τήν Ἰταλίαν μετά τήν ἐκκλησιαστικήν μεταρρύθμισιν τοῦ 1984, τίποτα δέν ἄλλαξε εἰς τήν θρησκευτικήν ἐκπαίδευσιν εἰς τά δημόσια σχολεῖα (rien n' est changé pour l' instruction religieuse catholique à l' école publique). Ἐπίσης, ὁ ἴδιος ἀναφέρει ὅτι εἰς τίς 14/12/1985 μεταξύ τοῦ ὑπουργοῦ παιδείας καί τοῦ καρδιναλίου προέδρου τῆς συνδιασκέψεως ἐπισκόπων τῆς Ἰταλίας ὑπεγράφη σύμφωνον ρυθμίσεως τῆς διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν τῆς Καθολικῆς θρησκείας εἰς τά δημόσια σχολεῖα, τό ὁποῖον ἀναφέρει ὅτι εἰσάγεται ὥρα μαθήματος θρησκευτικῶν εἰς ὅλα τά σχολεῖα οἱασδήποτε βαθμίδος πλήν τῆς πανεπιστημιακῆς. Τά ἴδια ἀκριβῶς δέχεται καί τό προαναφερθέν ἔργον staatliches Religions­-Recht im europäischen Vergleich, 1993, σελ. 68. Ὑπ' ὄψιν ὅτι εἰς τήν Ἰταλίαν ὅταν τό ἔτος 1999 ἡ Κυβέρνησις ἐπεδίωξε νά μεταβάλη τήν ὕλην τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν προεκλήθη σάλος καί ἐξέγερσις τοῦ λαοῦ εἰς μεγάλην ἔκτασιν, ὑπεστηρίχθη δέ, ὅτι οὕτω τροποποιεῖται τό προαναφερόμενον Κονκορδᾶτον ὅλως ἀνεπιτρέπτως καί κατά παράβασιν τῶν διεθνῶν ὑποχρεώσεων τῆς Ἰταλίας, τό ὁποῖον (Κονκορδᾶτον) πρέπει νά παραμείνη ἀνέπαφον. Ἐπίσης ὑπεστηρίχθη, ὅτι οὕτω ἀποπροσανατολίζεται ὁ λαός (πρβλ. KuR 2000 σελ. 55 ἐν πάσει λεπτομερείᾳ).

9. Εἰς τήν Ἀγγλίαν τά πράγματα εἶναι σαφῆ καί ρυθμίζονται ὑπό τοῦ νόμου περί ἐκπαιδεύσεως τοῦ 1988 (Education reform act 1988), ὁ ὁποῖος ρητῶς καί κατηγορηματικῶς ἀναφέρει, ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι ὑποχρεωτικόν, ἡ δέ ὕλη του περιέχει τάς ἀρχάς τῆς χριστιανικῆς θρησκείας. Ἄλλωστε εἰς τήν χώραν αὐτήν δέν ὑπάρχει χωρισμός ἐκκλησίας καί κράτους καί οἱ δύο αὐτοί θεσμοί εἶναι ἡνωμένοι, μάλιστα δέ ὁ βασιλεύς τῆς Ἀγγλίας φέρει τόν τίτλο «Ἀρχηγός τῆς πίστεως».

(Ἀντιστοίχως πρός τήν Μ. Βρεττανίαν, ἐπίσης, καί εἰς τάς χώρας Σουηδία, Νορβηγία, Δανία, Φινλανδία δέν ὑπάρχει χωρισμός κράτους καί ἐκκλησίας, ἀναγνωρίζεται δηλαδή ἡ ἀντίστοιχη ἐκκλησία ὡς κρατική θρησκεία, ὁπότε εἰς τάς χώρας αὐτάς ὑπάρχει μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἰς τά σχολεῖα ὡς συνέπεια τῆς ρυθμίσεως αὐτῆς).

Ὁ Ἄγγλος πανεπιστημιακός καθηγητής D. Feldman εἰς τό κλασσικόν ἤδη ἔργον του «Civil liberties and human rights», 1993, ἀναφέρει, ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν κατοχυροῦται καί συνταγματικῶς καί κατ' ἄρθρον 9 τῆς Εὐρωπαϊκῆς Συμβάσεως Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθώς καί κατ' ἄρθρον 2 τοῦ Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου τῆς Συμβάσεως αὐτῆς (σελ. 868), προσθέτει, δέ ὅτι ἡ ἐν λόγῳ συνταγματική κατοχύρωσις ἀφορᾶ τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν τῆς Χριστιανικῆς θρησκείας καί ὄχι τῶν ἄλλων μειονοτικῶν θρησκειῶν (σελ. 891). Περαιτέρω, ἀναφέρει, ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν πρέπει νά ἀντιστοιχῆ πρός τήν διδασκαλίαν ὡρισμένης θρησκείας (σελ. 891). Τέλος ἀναφέρει, ὅτι εἰς τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν πρέπει νά διδάσκωνται αἱ ἰουδαιοχριστιανικαί ἀξίαι, προκειμένου ὁ μαθητής νά ἀφομοιωθῆ πρός αὐτάς (σελ. 895). Εἰς τό ἀναλυτικόν ἔργον πού ἔχει ἐκδώσει τό Κεντρικόν Γραφεῖον Πληροφοριῶν τῆς Ἀγγλίας (Central office of information), ὑπό τόν τίτλον «Human rights», 1995, ἀναφέρεται, ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι ὑποχρεωτικόν δι' ὅλους τούς μαθητάς (religious education is required for all pupils, σελ. 91), καθώς καί ὅτι ὅλα τά σχολεῖα ὑποχρεοῦνται νά διδάσκουν τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν καί ἐπίσης νά ἀφιερώνουν μίαν ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος διά κοινήν λατρείαν μέ συμμετοχήν ὅλων τῶν μαθητῶν (σελ. 52). Ἐπίσης, ἀναφέρει, ὅτι εἰς τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν πρέπει νά διδάσκεται ἡ Χριστιανική θρησκεία (Syllabuses must reflect christianity, σελ. 52). Τέλος, ἀναφέρει, ὅτι εἰς τήν Ἀγγλίαν ὑπάρχουν πολλά σχολεῖα, τά ὁποῖα ἀνήκουν εἰς τάς θρησκευτικά κοινότητας καί χρηματοδοτοῦνται ἀπό τό κράτος.

10. Εἰς τήν Ὁλλανδίαν τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ἀναφέρεται ὡς ὑποχρεωτικόν ὑπό Calver - Kossel(19). Εἰς τήν Ὁλλανδίαν, καθώς καί εἰς τό Βέλγιον τό 80% περίπου τῶν λειτουργούντων σχολείων εἶναι ἰδιωτικά καί χρηματοδοτοῦνται ὑπό τοῦ κράτους ὅλα, προκειμένου εἰδικά νά εἰσαγάγουν εἰς τό πρόγραμμά των τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν, ἡ παρακολούθησις τοῦ ὁποίου εἶναι ὑποχρεωτική.

11. Εἰς τήν Ἱσπανίαν ἰσχύει σύμφωνον μέ τό Βατικανόν, συναφθέν τό 1979, διά τοῦ ὁποίου τό ἱσπανικόν κράτος ἀναλαμβάνει νά ἐξασφαλίση ὡρισμένα πλεονεκτήματα ὑπέρ τῆς ἐκκλησίας μεταξύ τῶν ὁποίων καί τήν θρησκευτικήν ἐκπαίδευσιν ἐντός τῶν δημοσίων σχολείων (enseignement religieux dans les écoles publiques, κατά τόν d' Onorio ἔνθ. ἀν., σελ. 129).

Εἰς τό γνωστόν γερμανικόν περιοδικόν «Kirche und Recht» (1997, σελ. 57) ἀναφέρεται, ὅτι εἰς τήν Ἱσπανίαν ἡ κυβέρνησις τοῦ Γκονζάλες εἶχε καταργήσει τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ὡς ὑποχρεωτικόν. Ἡ νέα κυβέρνησις τοῦ πρωθυπουργοῦ Ἀθνάρ τό ἐπαναφέρει κατόπιν αἰτήματος πολλῶν γονέων.

Τοῦτο, διότι τό ἱσπανικόν Σύνταγμα εἰς τό ἄρθρον 3 ἀναφέρει, ὅτι "Τό κράτος ἐγγυᾶται εἰς τούς γονεῖς τό δικαίωμα τά τέκνα των νά λάβουν θρησκευτικήν καί ἠθικήν ἐκπαίδευσιν ἀνταποκρινομένην εἰς τάς ἰδίας των πεποιθήσεις". Περαιτέρω ἐτέθη ἐν ἰσχύϊ ἐν Ἱσπανίᾳ ὁ Νόμος 7/1980 τῆς 5.7.1980 "Περί θρησκευτικῆς ἐλευθερίας", ὁ ὁποῖος ἀναφέρει, ὅτι τό δικαίωμα τῶν γονέων νά διδαχθοῦν τά τέκνα των μάθημα θρησκευτικῶν ἀποτελεῖ μέρος τοῦ ἀτομικοῦ δικαιώματος τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, ὡς καί ὅτι τό κράτος ὑποχρεοῦται νά λάβη τά κατάλληλα μέτρα διά τήν διευκόλυνσιν τῆς διδασκαλίας τοῦ ἐν λόγῳ μαθήματος εἰς τά σχολεῖα. Τό δέ Συνταγματικόν Δικαστήριον τῆς Ἱσπανίας ἐθεώρησε τίς ἐν λόγῳ διατάξεις συμφώνους πρός τό Σύνταγμα διά τῆς ἀπό 13.2.1981 ἀποφάσεώς του, καθώς καί διά δύο νεωτέρων ἀποφάσεών του (ἀποφάσεις 47/85 καί 77/85), διά τῶν ὁποίων ἐδέχθη τά ἴδια (πρβλ. περί ὅλων τούτων O r t e g a, La liberté religieuse en Espagne, εἰς REVUE BELGE DE DROIT CONSTITUTIONNEL, 2001 σελ. 69 ἑπ. S a n c h o, Der Religionsunterricht in den staatlichen spanischen Schulen, εἰς GEWISSEN UND FREIHEIT, 55/2000 σελ. 9 ἑπ.).

12. Εἰς τήν Πορτογαλλίαν, διδάσκεται ἐπίσης τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν τῆς Χριστιανικῆς θρησκείας ὡς κατηχητικόν. Ἡ περίπτωσις ἀμφισβητήθηκε καί ἔφθασε μέχρι τό Συνταγματικόν Δικαστήριον, τό ὁποῖον διά τῆς 423/87 ἀπό 27.10.1987 ἀποφάσεώς του ἐδέχθη, ὅτι ὡς διδάσκεται τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν (ὡς κατηχητικόν τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας), δέν ἀντίκειται εἰς τήν συνταγματικήν διάταξιν περί χωρισμοῦ κράτους - Ἐκκλησίας (ἄρθρον 41 παρ. 4 τοῦ πορτογαλλικοῦ Συντάγματος). Τά ἴδια ἀκριβῶς ἐδέχθη τό ἐν λόγῳ Συνταγματικόν Δικαστήριον καί διά τῆς 174/93 ἀπό 17.2.1993 ἀποφάσεώς του, ἤτοι, ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας δέν προσκρούει εἰς τό Σύνταγμα καί πρέπει, νά διδάσκεται εἰς τά δημόσια σχολεῖα ὡς κανονικόν καί ὑποχρεωτικόν μάθημα ὑπό διδασκάλων μισθοδοτουμένων ὑπό τοῦ κράτους καί δι' ὕλης καθοριζομένης ὑπό τῆς Ἐκκλησίας (περί ὅλων τούτων ἰδέ S t a r k, La notion et les aspects de l' éducation religieuse, εἰς REVUE FRANÇAISE DE DROIT CONSTITUTIONNEL, Νο 53 Ἰαν. - Μάρτ. 2003 σελ. 24).

13. Εἰς τάς ΗΠΑ τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν δέν εἶναι κατ' ἀρχήν ὑποχρεωτικόν, ὅμως ἐφ' ὅσον ὁ μαθητής ἀπουσιάσει ἀπό ὁποιοδήποτε ἄλλο μάθημα, διά νά πάη νά παρακολουθήση μάθημα θρησκευτικῶν ἀλλοῦ, δέν παίρνει ἀπουσία(20). Τό ἴδιον σύγγραμμα μᾶς πληροφορεῖ περαιτέρω, ὅτι οἱ χριστιανοί φοιτηταί μποροῦν νά χρησιμοποιοῦν τούς πανεπιστημιακούς χώρους πρός διοργάνωσιν θρησκευτικῶν ἐκδηλώσεων. Περαιτέρω, ὅπως ἀναφέρει ὁ Lowenstein(21), εἰς τάς ΗΠΑ ἡ πολιτεία τῆς Νέας Ὑόρκης εἰσήγαγε τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἰς τά σχολεῖα παρά τήν ἀντίθετον νομολογίαν.

Εἰς τάς ΗΠΑ μέχρι πρό τινος μάθημα τῶν θρησκευτικῶν δέν ὑπῆρχε, εἰ μή μεμονωμένως κατά τά ἀνωτέρω ἀναφερόμενα. Τά τελευταῖα χρόνια ἡ τάσις πού ἀναπτύσσεται εἶναι ἡ ἐπαναεισαγωγή τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν εἰς τά σχολεῖα. Ἔτσι, εἰς τήν ἐφημερίδα «USA TODAY» τῆς 23.10.1997 δημοσιεύεται ἐκτενές κείμενον ὑπό τόν τίτλον «Bibles in schools» (σελ. 5Α), ἀναφέρον, ὅτι ἡ θρησκευτική ἐκπαίδευσις ἐπανεισάγεται εἰς τά σχολεῖα, τό δέ 18% τῶν 16.000 σχολικῶν περιφερειῶν τῆς χώρας προσφέρει τώρα ἑνός εἴδους θρησκευτικήν ἐκπαίδευσιν (ἐπί λέξει: «About 18% of the nation's 16000 school districts now offer some type of religious teaching», σελ 5Α). Εἰς τό περιοδικόν «Οἰκονομικός Ταχυδρόμος» τῆς 11.4.1996 (σελ. 46) ἀναφέρεται, ὅτι εἰς τό λύκειον Winfield στό Jackson τοῦ Μισσισιπῆ οἱ μαθηταί ἐψήφισαν κατάληψιν τοῦ σχολείου των καί ἔκαναν πορείαν διαμαρτυρίας μέ αἴτημα τήν καθιέρωσιν καθημερινῶς τῆς σχολικῆς προσευχῆς. Ὁ Charles Glenn Ἀμερικανός πανεπιστημιακός καθηγητής εἰς τήν μελέτην του «Schule und Religion in den Vereinigten Staaten»(22) περιέχει ἐκτενῆ ἀνάλυσιν πλήθους δικαστικῶν ἀποφάσεων δικαστηρίων τῶν ΗΠΑ, σχετικῶν μέ τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν. Μεταξύ ἄλλων ἀναφέρει τά ἑξῆς: 1) Εἰς ὅσας δικαστικάς ἀποφάσεις ἐκρίθη, ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν δέν κατοχυροῦται νομοθετικῶς, ὑπῆρξε μειοψηφία ἰσχυρά δεχθεῖσα τό ἀντίθετο. 2) Εἰς ΗΠΑ λειτουργεῖ πλῆθος ἰδιωτικῶν σχολείων. Εἰς ὅλα τά σχολεῖα αὐτά διδάσκεται τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν. Διά τά σχολεῖα αὐτά ἡ νομολογία ἔχει δεχθῆ, ὅτι ἔχουν τό δικαίωμα τῶν θρησκευτικῶν. Διά τά σχολεῖα αὐτά ἡ νομολογία ἔχει δεχθῆ, ὅτι ἔχουν τό δικαίωμα νά προσλαμβάνουν κληρικούς διά νά διδάσκουν, τούς ὁποίους καί μποροῦν νά προτιμοῦν μή ἐφαρμοζομένων διά αὐτά τά τῶν ἐργατικῶν νόμων, πού προβλέπουν πλήρη ἰσότητα ἀνδρῶν καί γυναικῶν κατά τήν πρόσληψη. Δικαιοῦνται δέ εἰδικά διά τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν νά τό ὀργανώνουν καί νά προσλαμβάνον διδασκάλους κληρικούς ἄνευ κρατικῆς ἐγκρίσεως. 3) Τά ἰδιωτικά σχολεῖα ὑποχρεοῦνται νά διδάσκουν τάς ἀρχάς ὡρισμένης θρησκείας (σελ. 333). 4) Εἰς τήν Πολιτείαν τῆς Χαβάης ὑπάρχει νόμος, ὁ ὁποῖος ὁρίζει, ὅτι ὡς ἐκπαιδευτικοί προσλαμβάνονται εἰς τά δημόσια σχολεῖα μόνον προτεστάντες, ἀπαγορευμένης τῆς προσλήψεως διδασκάλων πρεσβευόντων ἄλλην θρησκείαν (σελ. 334). Τά ἰδιωτικά σχολεῖα (τά ὁποῖα διδάσκουν μάθημα θρησκευτικῶν) χρηματοδοτοῦναι ὑπό τοῦ κράτους εἰς ποσοστόν 95% (σελ. 338-339). Τό ὅτι εἰς τά ἰδιωτικά σχολεῖα τῶν ΗΠΑ διδάσκεται τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἶναι γνωστόν (πρβλ. KuR 1998, σελ. 980/140-1), ὅπου ἀναφέρεται ὅτι εἰς τά ἰδιωτικά σχολεῖα κατά τήν διδασκαλίαν τοῦ ἐν λόγῳ μαθήματος χρησιμοποιοῦνται ὅλα τά σύγχρονα ἠλεκτρονικά μέσα (π.χ. internet, νideo, cd-rom, computer κλπ.). Πληροφορούμεθα ἐπίσης, (KuR 2000 σελ. 56), ὅτι ὁ μέχρι πρό τινος Ἀντιπρόεδρος τῶν Η.Π.Α. AL GORE ἀνεφέρθη εἰς τό εἰς Η.Π.Α. διδασκόμενον μάθημα θρησκευτικῶν, ὑποστηρίξας ὅτι εἰς τό μάθημα αὐτό πρέπει νά διδάσκεται ἡ δημιουργία τοῦ κόσμου, ὡς τήν περιγράφει ἡ Παλ. Διαθήκη εἰς τό Βιβλίον Γένεσις καί ὄχι ὡς τήν διδάσκει ἡ θεωρία τῆς ἐξελίξεως, κατεφέρθη δέ ἐντόνως ἐναντίον τῆς Πολιτείας τοῦ Κάνσας, ἡ ὁποία εἰσήγαγε εἰς τήν ὕλην τῶν ἀνωτέρων σχολῶν τήν διδασκαλίαν τῆς ἐξελικτικῆς θεωρίας. Προκύπτει ἑπομένως ὅτι εἰς Η.Π.Α. καί εἴς τινα ἔκτασιν μάθημα θρησκευτικῶν διδάσκεται.

14. Ἐπισημαίνομε περαιτέρω ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν κατοχυροῦται ὑπό τῶν ἑξῆς συνταγματικῶν διατάξεων: ἄρθρον 7, παρ.2 & 3 τοῦ γερμανικοῦ συντάγματος (ὡς προαναφέραμε) ἄρθρον 41, παρ. 5 τοῦ πορτογαλλικοῦ συντάγματος, ἄρθρον 49, παρ. 3 τοῦ ἐλβετικοῦ συντάγματος, ἄρθρον 27, παρ. 3 τοῦ ἰσπανικοῦ συντάγματος, ἄρθρον 23, παρ. 3 τοῦ ὁλλανδικοῦ συντάγματος, ἄρθρον 42, παρ.1-4 τοῦ ἰρλανδικοῦ συντάγματος, ἄρθρον 18, παρ. 4 τοῦ κυπριακοῦ συντάγματος, ἄρθρον 17 τοῦ αὐστριακοῦ συνταγματικοῦ νόμου τοῦ 1867, ἄρθρον 2, παρ. 3 τοῦ συντάγματος τῆς Μάλτας, ἄρθρον 16, παρ. 3 & 4 τοῦ συντάγματος τοῦ Λιχτεστάϊν (Benoit d' Οnοriο, ἔνθ. ἀν., σελ 141).

15. Εἰς τάς Ἀνατολικάς χώρας (πρώην κομμουνιστικάς) ὡς γνωστόν ἡ ἐκκλησία ἐπανῆλθεν εἰς τήν προτέραν θέσιν της καί ὡς συνέπεια τούτου τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ἤρχισε νά ἐπανεισάγεται εἰς τά σχολεῖα μετά τήν ἀπαγόρευσίν του ὑπό τῶν πρώην κομμουνιστικῶν καθεστώτων. Ἐκεῖ πάντως τά πράγματα μέχρι στιγμῆς εἶναι ρευστά καί δέν δυνάμεθα νά προσδιορίσωμε μέ ἀκρίβειαν εἰς ποῖον ἐπίπεδον καί εἰς ποίαν ἔκτασιν τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ἔχει ἑδραιωθῆ. Ἐπκαλούμεθα πάντως κατατοπιστικήν ἔκδοσιν ὑπό τόν τίτλον Churches denominations and congregations in Hungary, πού ἔχει ἐκδώσει προσφάτως τό ὑπουργεῖον ἐξωτερικῶν τῆς Οὐγγαρίας καί τό ὁποῖον περιέχει σειράν μελετῶν, διά τῶν ὁποίων ἀναφέρεται ὅτι εἰς τήν χώραν αὐτήν ἐπανεισήχθη τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἰς τά σχολεῖα ὡς ὑποχρεωτικόν καί διά τούς μαθητάς πού ἀνήκουν εἰς τήν καθολικήν θρησκείαν καί διά τούς μαθητάς πού ἀνήκουν εἰς τήν προτεσταντικήν θρησκείαν (σελ. 29, ὅπου ἀναφέρεται ὅτι ἐκτός ἀπό τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν οἱ μαθηταί παρακολουθοῦν καί κατηχητικά σχολεῖα). Ὑπ' ὄψιν ὅτι διά τῆς ἀπό 13/7/1990 συναφθείσης συμφωνίας μεταξύ οὐγγρικῆς κυβερνήσεως καί τῶν ὑφισταμένων ἐκκλησιῶν τό οὐγγρικό κράτος ἀνέλαβε τήν ὑποχρέωσιν νά ἐπανεισαγάγη τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν εἰς τά σχολεῖα ὡς ὑποχρεωτικόν, νά καταβάλη τούς μισθούς τῶν καθηγητῶν τῶν θρησκευτικῶν, ἡ δέ ἐκκλησία θά ἀποφασίζη τί θά διδάσκεται καί ποιός θά ἀπασχολεῖται ὡς διδάσκαλος, καθώς καί πῶς θά ἀξιολογεῖται τό ἔργον του (the church will determine... what is to be taught, who is to be employed as instructor and how his work is to be evaluated). Τέλος, αἱ ἐκκλησίαι ἔχουν τό δικαίωμα νά καθορίζουν, πώς θά ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ μαθητής συμμετέσχε εἰς τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν.

Ἐξ ὅσων προκύπτει βεβαίως, εἰς τάς χώρας τῆς ἀνατολικῆς Εὐρώπης αἱ προοπτικαί εἶναι ὅτι τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ἐπανεισάγεται εἰς τά σχολεῖα. Ἐπί παραδείγματι, εἰς τό γνωστόν γερμανικόν νομικόν περιοδικόν Kirche und Recht (1998, σελ. 980/141) ἀναφέρεται, ὅτι εἰς τήν Κροατίαν τό ὑπουργεῖον παιδείας τῆς χώρας αὐτῆς ἀπεφάσισε τήν ἐπανεισαγωγήν τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν εἰς τά σχολεῖα.

Αὐτά ἀπό ἀπόψεως de lege lata καί ἀπό ἀπόψεως πράξεως ἐν πάσῃ δυνατῇ συντομίᾳ λόγῳ περιορισμένου χώρου.

16. Ἀπό ἀπόψεως de lege ferenda τίθεται τό ἐρώτημα: Τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν πρέπει ἤ ὄχι νά διδάσκεται; Δηλαδή ἡ διδασκαλία του εἶναι ἐπιβλαβής ἤ ἐπωφελής; Βεβαίως ἐπί τοῦ προκειμένου ἁρμοδία νά ἀπαντήση εἶναι ἡ παιδαγωγική ἐπιστήμη καί ὄχι ἡ νομική. Ὅμως, ὑπάρχει κλάδος τῆς νομικῆς, πού ἐξετάζει ἁρμοδίως καί αὐτό τό θέμα. Πρόκειται περί τῆς ἐγκληματολογίας, οἱ διαπρεπέστεροι ἐκπρόσωποι τῆς ὁποίας ἔχουν ἀποφανθῆ ἐπί τοῦ προκειμένου καί ἔχουν δεχθῆ τά ἀκόλουθα:

α) Ὁ πολύς Γαρδίκας(23) ἀναφέρει: «ἡ ἀρχή τῆς μετανοίας, ἡ στηριζομένη εἰς τόν Λουκᾶν ιθ΄ 8 ἤτοι μετάνοια δι' ἔργων, εἶναι ἀπαραίτητος εἰς τήν πρόληψιν τοῦ ἐγκλήματος. Ἐπί τούτης στηρίζονται οἱ σύγχρονοι λίαν δέ δραστικοί σωφρονιστικοί θεσμοί, οἷον ὁ τῆς προσωρινῆς ἀπολύσεως καταδίκων ἐκ τῶν φυλακῶν, ὁ τῆς ὑπό αἵρεσιν καταδίκης ἤ ἀναστολῆς τῆς ποινῆς ὁ τῆς ἀποκαταστάσεως τοῦ καταδίκου καί τοῦ πτωχεύσαντος ἐμπόρου... ἀλλ' ἡ ἀρχή τῆς μετανοίας ἐνεργεῖ καί εὐρύτερον, διότι ἡ συγχώρησις τοῦ ἁμαρτήματος ἀποπλύνει τά μίση καί τά αἰσθήματα τῆς ἀντεκδικήσεως πρός τούς βιαιοπραγοῦντας καί συμβάλλει εἰς τήν πρόληψιν τῶν ἐγκλημάτων».

β) Ὁ Δασκαλόπουλος(24) ἀναφέρει: «τό γνήσιον καί ὑγιές θρησκευτικόν συναίσθημα, πρωτίστως δέ ἐν τῷ χώρῳ τοῦ χριστιανισμοῦ ἀναπτυσσόμενον, ἐξυψώνει τόν ἄνθρωπον, εἶναι δι' αὐτόν πηγή ζωῆς ἰσχύος καί ἐμπνεύσεως καί συνέχει αὐτόν ἐκ τῆς κατολισθήσεως εἰς τό ἔγκλημα καί εἰς πᾶσαν ἄλλην ἀντικοινωνικήν ἐκδήλωσιν. Διά τοῦτο ἀδήριτος ὑπάρχει ἀνάγκη τῆς καλλιεργείας καί ἀναπτύξεως τοῦ συναισθήματος τούτου πάσῃ δυνάμει εἰς τάς ψυχάς τῶν ἀνθρώπων, ἰδίως ἀπό τῆς νεαρᾶς αὐτῶν ἡλικίας, ἀλλ' ὁμοίως καί μετά ταῦτα, καθ' ὅλον αὐτῶν τόν βίον».

γ) Ὁ γνωστός Γάλλος ποινικολόγος - ἐγκληματολόγος καθηγητής εἰς τό πανεπιστήμιον Παρισίων (καί ἐκ τῶν συντακτῶν τοῦ νέου γαλλικοῦ ποινικοῦ κώδικος) Leauté(25) ἀναφέρει, ὅτι ὁ ἐπίσης γνωστός ἐγκληματολόγος Ferri παρ' ὅτι ἐνεφορεῖτο ἀπό ἔντονα ἀντικληρικά συναισθήματα, ἐκάλει εἰς ἐπιστροφήν εἰς χριστιανικήν πρακτικήν διά τήν καταπολέμησιν τοῦ ἐγκλήματος.

δ) Ὁ ἐπίσης γνωστός Γερμανός ἐγκληματολόγος Schneider(26) ἀναφέρει, ὅτι ἡ ἔλλειψις θρησκευτικῆς καί ἠθικῆς παιδείας ἀποτελεῖ ἐξέχον αἴτιον τῆς ἐγκληματικότητος (ist Mangel an religiöser und moralischer Erziehung eine herνorragende Ursache für Deliquenz und Kriminalität).

ε) Οἱ Bouzat - Pinatel(27) ἀναφέρουν, ὅτι τό χαμηλόν ἐπίπεδον θρησκευτικῆς πρακτικῆς (Le bas niνeau de pratique religieuse) καί τῶν ἀνηλίκων καί τῶν γονέων των τούς ὁδηγεῖ εἰς τό ἔγκλημα.

στ) Τά ἴδια ἀκριβῶς μέ τούς ἀνωτέρω ὑποστηρίζει καί ὁ Benjamin(28).

ζ) Ὁ Eisenberg(29) θεωρεῖ τήν θρησκευτικότητα (Religiosität) ὡς ἀνασταλτικόν τοῦ ἐγκλήματος παράγοντα (Deliktshemmender Faktor) .

η) Οἱ Elster - Lingemann(30) θεωροῦν τήν ἀποξένωσιν ἀπό τόν Θεόν (Gottesentfremdung) ὡς ὁδηγοῦσαν εἰς τήν ἐγκληματικότητα καί τήν ἀντικοινωνικήν συμπεριφοράν. Περαιτέρω ἀναφέρουν, ὅτι ἡ ἀληθής ἠθική δέν εἶναι δυνατή ἄνευ θρησκείας (wahre Sittlichkeit ist nicht möglich ohne Religion) καί ἐπίσης ὅτι ἡ ἠθική ἀντίστασις αὐξάνεται, ὅσν αὐξάνεται καί ἡ πίστις εἰς τόν Θεόν. Τέλος, ἀναφέρουν ὅτι ἡ θρησκεία ἀποτελεῖ τόν σημαντικώτερον παράγοντα διά τήν ἀποκατάστασιν τῶν ἐγκληματιῶν (die Religion als einer der wichtigsten Punkte bei der Resozialisierung von Straffällingen zu betrachten).

θ) Ὁ Κreuzer(31) ἀναφέρει, ὅτι ἡ κατάστασις τῶν ναρκωτικῶν σήμερα ὀφείλεται εἰς τήν ἀπώλειαν τῆς θρησκευτικότητος.

ι) Ὁ Münder(32) (Frankfurter Lehr -und Praxis- Kommentar zum ΚJHG, 1991, σελ. 328) ἀναφέρει, ὅτι σημαντικήν βοήθειαν εἰς τόν ἐγκληματίαν νέον δύναται νά προσφέρη ἡ ἐκκλησία καί αἱ θρησκευτικαί κοινότητες. Τά ἴδια δέχονται, τέλος καί οἱ Gerner(33) καί Ηarrer(34).

Τά στοιχεῖα τά ὁποῖα ἀναφέραμε ἐνταῦθα ἐννοεῖται ὅτι παρουσιάστηκαν ἐν πάσῃ δυνατῇ συντομίᾳ καί ἐπελέγησαν αἱ ἀντιπροσωπευτικότεραι ἀπόψεις, αἱ ὁποῖαι ἐν πάσῃ περιπτώσει ἀπηχοῦν τήν κρατοῦσαν γνώμην καί τήν συνήθη πρακτικήν.





Σημειώσεις

1 Gundriss des Österreichischen Bundesverfassungsrechts, 6η ἔκδ. , 1988, σελ. 474.

2. - Gundriss der Menschenrechte in Österreich 1988, σελ. 363.

3. - Handbuch der Grundfreiheiten und der Grundrechte, 1963, σελ. 382.

4. - Österreichisches Bundesverfassungsrecht, 2α ἔκδ., 1973, σελ. 661.

5. - Die Religiöse Werte im Schulunterricht, εἰς Gedankenschrift für Hans Weiler, 1976, σελ. 21.

6. - Zur Weltanschauungsfreiheit in Österreich, εἰς Österreichisches Archiv für Kirchenrecht 1990, σελ. 69.

7. - Verwaltungsgerichtshof, 10.11.1989 εἰς Österreichisches Archiv für Kirchenrecht 1990, σελ. 422 ἑπ.

8. - Staatslexikon 7η ἔκδ. 1988 σελ. 844.

9. - 1) Der Religionsunterricht im österreichischen Recht, Jus et Justitia, 1996, σελ. 207.2) Verfassung, Religionsunterricht und Schulvertrag, Jus et Justitia, 1996, σελ. 185. 3) Religion als Pflichtfach, Jus et Justitia, 1996, σελ. 194.4) Die rechtliche Situation des Religionsunterrichts in Österreich, Jus et Justitia, 1993, σελ. 643. 5) The training of Catechists in Austira. Jus et Justitia, 1996, σελ. 255 6) Die Frage der rechlichen Verpflichtung des Religionsunterrichts auf das Unterrichts-prinzip der politischen Bildung Jus et Justitia, 1996, σελ. 203.

10. - Staatskirchenrecht, 1989.

11. - Österreichisches Staatskirchenrecht, 1984.

12. - Droit Constitutionnel Suisse, 2α ἔκδ. 1970, σελ. 282.

13. - Religion, Staat und Kirche, τόμ. 2, 1972, σελ. 95.

14. - Die Religionsfreiheit in der Schweiz, «Gewissen und Freiheit» 1998, τεῦχ. 51, σελ. 9 ἑπ.

15. - Staatslexikon, 7η ἔκδ. 1988, σελ. 845.

16. - Chronique de jurisprudence, εἰς Revue du droit comparé 1989, σελ. 159.

17. - Jurisprudence fondamentale 5/4/1993, σελ. 3.

18. - Benoit d' Οnorio, La liberté religieuse dans le monde 1991, σελ. 143, ἔργον βρα­βευθέν ἀπό τό ἐθνικόν κέντρον ἐπιστημονικῶν ἐρευνῶν τῆς Γαλλίας.

19. - Christliche Erziehung in Europa, τόμ. II, Niederlande, σελ. 26 ἑπ.

20. - Βλέπε Levy - Karst - Mahoney. Encyclopedia of the american constitution, τόμ. 3, 1986, σελ. 1536.

21. - Verfassungsrecht und Verfassungspraxis der Vereinigten Staaten, 1959, σελ. 486

22. - Εἰς Recht der Jugend und des Bildungswesens, 1996, σελ. 322 ἑπ.

23. - Ἐγχειρίδιον ἐγκληματολογίας, ἔκδ. β΄, 1957 σελ. 80 ἑπ.

24. - Θρησκευτικόν συναίσθημα καί ἐγκληματικότητα 1971, σελ.35 ἑπ.

25. - Crimilogie et science pénitenciaire, 1972, σελ. 370.

26. - Kriminologie, 1987, σελ. 469.

27. - Traité de droit pénal et de criminologie, τόμ. ΠΙ, criminologie 2α ἔκδ. 1970, σελ. 138.

28. - Religion et criminalité, εἰς L' année sociologique 1963, σελ. 132 ἑπ.

29. - Kriminologie, 3η ἔκδ. 1990, σελ. 801.

30. - Handwörterbuch der Kriminologie, τόμ. 3, 1975, σελ. 33.

31. - Jugend - und Rauschdrοgkiminalität, 2α ἔκδ. 1980, σελ. 24

32. - Frankfurter Lehr -und Praxίs- Kommentar zum ΚJHG, 1991, σελ. 328.

33. - Jugendhilfe, 2α ἔκδ. 1975, σελ. 31.

34. - Jugendhilfe, 4η ἔκδ. 1980, σελ. 3-4.



 


Η κατασκευή της ιστοσελίδος έγινε από τον Κλάδο Διαδικτύου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναπαραγωγή του περιεχομένου χωρίς την γραπτή έγκριση του Οργανισμού.
Copyright(c) 2004

WebDesign by TemplatesBox