Επίκαιρα θέματα

Ο Πάπας Βενέδικτος και η σύγκρουση των πολιτισμών

Του Διαμαντή Μπασάντη



    «Στις 19 Ιανουαρίου 2004 δύο ηλικιωμένοι άνδρες έφτασαν στην Καθολική Ακαδημία της Βαυαρίας για να συζητήσουν ένα εντυπωσιακό θέμα: Οι προπολιτικές ηθικές αρχές του φιλελεύθερου κράτους. Και οι δύο ήταν Γερμανοί, και οι δύο μεγάλωσαν την περίοδο του Γ’ Ράιχ, και οι δύο διακρίθηκαν στους τομείς τους» (Prospect Magazine, November 2005). Ο πρώτος ήταν ο διάσημος αριστερός φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας. Ο δεύτερος ήταν ο Καρδινάλιος Γιόζεφ Ράτσινγκερ. Σήμερα γνωστός ως Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄.

    Όσοι τυχεροί παρακολούθησαν την «επική μονομαχία», που εκδόθηκε και σε βιβλίο το 2006, είπαν πως ήταν ισοδύναμη με τη διάσημη μονομαχία του Λούθηρου με τον Ζιούνγκλι στον μεσαίωνα ή του Χάιντεγκερ με τον Κασίρερ το 1929 στο Νταβός.

    Στα πλαίσια εκείνης της σημαντικής συζήτησης ο Γιούργκεν Χάμπερμας διαπίστωσε πως το φιλελεύθερο κράτος «συμπεριφέρεται με σεβασμό προς όλες τις πηγές της κουλτούρας πάνω στις οποίες αναπτύσσεται η καθημερινή συνείδηση και η συνοχή των πολιτών του». Και ξεχώρισε τη θρησκεία ως μια από τις σημαντικότερες πηγές της κουλτούρας. Όπως ο Κάντ και ο Αντόρνο έτσι και ο Χάμερμπας διαχώρισε τη θρησκεία και την τεράστια πολιτισμική σημασία της από το δόγμα της εκάστοτε ιεραρχίας.

    Στην ίδια συζήτηση ο Γιόζεφ Ράτσινγκερ διαπίστωσε πως η δικαιοσύνη έχει σχέση με τον φυσικό νόμο. Ξεκινά με τους αρχαίους έλληνες φιλοσόφους και εμπλουτίζεται με την έλευση του Χριστιανισμού. Σήμερα η έννοια της φυσικής δικαιοσύνης μπορεί να οριστεί μέσα από την εκ νέου προσέγγιση Χριστιανισμού και αρχαίου ελληνικού πνεύματος. Για να γίνει αυτό χρειάζεται μια «ανοιχτή ματιά στο όλο, στις ευρύτερες διαστάσεις της ανθρώπινης πραγματικότητας, πάνω στις οποίες μόνο μερικές απόψεις μπορεί κάποτε να αποκαλύψει η επιστήμη».

    Τέλος, Χάμπερμας και Καρδινάλιος Ράτσινγκερ συνέκλιναν στην κριτική της δυτικής «κοσμικότητας», στην διάκριση Λόγου και Πίστης, αλλά και Εκκλησίας και Πολιτείας. Δεν είναι τυχαίο πως ο Χάμπερμας συμμετέχοντας στον διάλογο για το ευρωσύνταγμα την ίδια εποχή έγραψε πως: «Ο Χριστιανισμός - και μόνον αυτός - αποτελεί το βασικό θεμέλιο της Ελευθερίας, της Συνείδησης, των Ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας, όλων αυτών που θεωρούμε θεμέλια του δυτικού πολιτισμού… Αναγνωρίζοντας τις Χριστιανικές μας ρίζες πιο καθαρά, δεν εμποδίζουμε την κατανόηση ανάμεσα στους πολιτισμούς, αντίθετα την καθιστάμε εφικτή» (Time of Transition, 2004).


    Η σημερινή διαμάχη

    Είναι προφανές πως ο σημερινός Πάπας είναι εκ των σπουδαιότερων διανοουμένων του καθολικού κόσμου. Πολύ σπάνια στην ανθρώπινη ιστορία ένας τόσο προικισμένος στοχαστής βρέθηκε σε ένα τόσο εξέχων θρησκευτικό και πολιτικό πόστο όπως αυτό του Πάπα και του αρχηγού του Βατικανού. Και φυσικά η πρόσφατη επίμαχη διάλεξη του Πάπα Βενέδικτου ΙΣΤ΄ σε πανεπιστήμιο της Γερμανίας αποτελεί συνέχεια των παραπάνω προβληματισμών.

    Στα πλαίσια της διάλεξης του ο Πάπας κατήγγειλε τον αφελληνισμό του χριστιανισμού λέγοντας πως μια Ευρώπη που αντιλαμβάνεται τη θρησκεία της σαν μορφή υποκειμενικού ανορθολογισμού δεν μπορεί να εμπλακεί σε διάλογο πολιτισμών με άλλους λαούς που έχουν κεντρικό σημείο αναφοράς τους το Θεό. Και ανάφερε τους διάλογους του Μανουήλ Παλαιολόγου με Πέρση διανοούμενο για το Ισλάμ.

    Βλέπουμε πως στόχος του Πάπα δεν ήταν το Ισλάμ, αλλά τα δυτικά ρεύματα σκέψης που χωρίζουν τον Λόγο από την Πίστη είτε παράγοντας Επιστήμη δίχως Πίστη (επιστημονικός ορθολογισμός) είτε παράγοντας Πίστη δίχως Λόγο (προτεσταντικός σχολαστικισμός). Για τον Πάπα ο διάλογος των πολιτισμών είναι εφικτός μόνο με μια ουσιώδη προϋπόθεση: Να αποδέχονται όλοι ότι κάθε εναλλακτική λύση προς τον διάλογο (ο πόλεμος, η βία, ο βίαιος προσηλυτισμός κλπ) είναι αντίθετα με το θέλημα του Θεού και προς την ηθική εξύψωση του ανθρώπου (Wall Street Journal, 19/9/2006).

    Στα πλαίσια της ανάλυσης του υπήρξε στο συγκεκριμένο σημείο και η επίμαχη αναφορά στους «διάλογους» του Μανουήλ Παλαιολόγου. Με την ομιλία του θέλησε να προσδιορίσει «την αληθινή ταυτότητα της Ευρώπης» με πλήθος αναφορών στη σύγκλιση αρχαίου ελληνικού πνεύματος και χριστιανισμού.

    Στο τέλος αυτής της σημαντικής ομιλίας ο Βενέδικτος τόνισε πως «αν εξαιρέσουμε την έννοια του Θείου από την οικουμενικότητα της λογικής» τότε αυτό «οι άλλοι πολιτισμοί μπορεί να το εκλάβουν ως επίθεση προς τις πιο βαθιές πεποιθήσεις τους...Ο Λόγος που είναι κουφός απέναντι στο Θείο, είναι αδύνατο να προσέλθει στο διάλογο των Πολιτισμών» (Wall Street Journal, 19/9/2006).

    Πρακτικά ο Πάπας στόχευε με την ομιλία του να αναδείξει το ρόλο της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας στην διαμόρφωση του Χριστιανισμού και την Ευρώπης. Η Ευρώπη, κατά τον Βενέδικτο και κατά τον Χάμπερμας, μόνο αν αποδεχτεί τις δικές της φιλοσοφικές και θρησκευτικές αναφορές και τις Χριστιανικές ρίζες της μπορεί να προσέλθει σε ένα διάλογο των πολιτισμών.


    Η σύγκρουση των πολιτισμών

    «Το σκηνικό της “σύγκρουσης των πολιτισμών” έχει πλέον στηθεί: Κάθε τόσο, κάποιος στη Δύση “προσβάλει το Ισλάμ” - πότε ο Σαλμάν Ρουσντί γράφει ένα βιβλίο, πότε μια Δανέζικη εφημερίδα δημοσιεύει κάποια σκίτσα, πότε ο Πάπας κάνει κάποιο σχόλιο – και οι διαδηλωτές ξεχύνονται στους δρόμους. Τι καλύτερος τρόπος να αποδείξουν ότι το Ισλάμ είναι μια θρησκεία της Ειρήνης, από το να...καίνε, κάθε τόσο, το ομοίωμα του Πάπα;» (G.Ranchman, Financial Times, 19/9/2006).

    Μέσα σε αυτό το σκηνικό της σύγκρουσης οι τόσο σημαντικές για τη Δύση αναφορές του Πάπα παρανοήθηκαν και πήραν τον χαρακτήρα χιονοστιβάδας στις μουσουλμανικές κοινωνίες. Ο λόγος της παρανόησης είναι η ένταση που κυριαρχεί στον Ισλαμικό κόσμο εδώ και πολλά χρόνια. Μια ένταση που υποδαυλίζεται από κάποιους ισλαμιστές που χρησιμοποιούν με κάθε τρόπο τις μεγάλες πολιτισμικές διαφορές μεταξύ Ισλάμ και Χριστιανισμού.

    Το μέγα ερώτημα είναι αν ο ζωηρός διάλογος για ζητήματα όπως η πολυπολιτισμικότητα, η πολιτισμική ταυτότητα, η σχέση πολιτικής και θρησκείας, που διεξάγεται στη Δύση έχει κάποια ανταπόκριση στο Ισλάμ; Δυστυχώς, στα πλαίσια του Ισλάμ, σήμερα, δεν διεξάγεται κανένας διάλογος. Το Ισλάμ, που κάποτε ανέπτυξε πολύ αξιόλογο πολιτισμό βρίσκεται εδώ και χρόνια στη δίνη ενός ακραίου θρησκευτικού φανατισμού.

    Όλες οι μεγάλες πολιτικές εντάσεις συνήθως έχουν βαθιές ιστορικές και πολιτισμικές ρίζες. Κατά τον καθηγητή Bernard Lewis ( Bring them Freedom, or they Destroy us – 20/9/2006) οι ρίζες της σημερινής έντασης πηγαίνουν πίσω στη δεκαετία του 1920. Σχετίζονται με την επικράτηση του Οίκου των Σαούντ στη Σαουδική Αραβία και τις δυνατότητες ελέγχου που απέκτησε μια πολιτικά και θρησκευτικά απαρχαιωμένη εξουσία επί δύο σημαντικότατων μουσουλμανικών προσκυνημάτων: της Μέκκας και της Μεδίνας. Η ανακάλυψη πετρελαίου την επόμενη δεκαετία έδωσε στην Σαουδαραβική εξουσία επιπλέον μεγάλες οικονομικές δυνατότητες. Έτσι, μεταπολεμικά η Σαουδική Αραβία, στην οποία κυριαρχούσε μια απηρχαιωμένη αντίληψη του Ισλαμ (Ουαχαμπισμός), είχε την ευκαιρία να παίξει κεντρικούς ρόλους στο διεθνές προσκήνιο και στον ισλαμικό κόσμο.

    Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μεταπολεμικά επιχειρήθηκε ένας εκσυγχρονισμός της ευρύτερης Μέσης Ανατολής. Στη διάρκεια του πολέμου υπό την επιρροή των Ναζί και μετά υπό την επιρροή των σοβιετικών. Κατά τον καθηγητή Λιούς αυτός ο ιδιότυπος εκσυγχρονισμός διέλυσε την κοινωνική ισορροπία που είχε ο παραδοσιακός πολιτισμός του Ισλάμ. Έτσι, στα περισσότερα μεσανατολικά κράτη διαμορφώθηκε μια κεντρικά ελεγχόμενη αυταρχική δικτατορία κοσμικού τύπου – Μπααθισμός, Νασερισμός κλπ. (Bring them Freedom, or they Destroy us – 20/9/2006).

    Στην κορύφωση αυτής της περιόδου συνέβη και η ιρανική επανάσταση που αναζήτησε μια έξοδο από τον φαύλο κύκλο των απολυταρχιών κοσμικού τύπου σε ένα θρησκευτικού τύπου καθεστώς. Ήλεγξε λοιπόν την κοινωνία του Ιράν μέσω του μηχανισμού του Σιιτικού κλήρου και διαμόρφωσε άλλο ένα υπόδειγμα θρησκευτικού κράτους διαφορετικό από το Σαουδαραβικό. Το Σαουδαραβικό και το ιρανικό πετρέλαιο χρηματοδότησαν στη συνέχεια την εξάπλωση διεθνώς είτε ισλαμικών σχολών είτε θρησκευτικών κινημάτων αντιστοίχως.

    Η πολιτισμική αντίθεση Δύσης και Μέσης Ανατολής αναδείχθηκε κυρίαρχη και στις δύο περιπτώσεις. Η οπτική ήταν συμπαγής πολιτισμικά και πολεμική πολιτικά. Η «τζιχάντ» (ιερός πόλεμος) όπως την αναφέρει το Κοράνι κυριάρχησε στρεφόμενη εναντίον της Δύσης και του δυτικού τρόπου ζωής.

    Βεβαίως τα παραπάνω ανατροφοδοτήθηκαν από τη στάση της Δύσης κατά τη διάρκεια των πολεμικών αντιπαραθέσεων της Μέσης Ανατολής (Ισραήλ-Παλαιστίνιοι). Παρ’ όλα αυτά και όπου η Δύση συμπορεύτηκε πολεμικά μαζί τους δεν επηρέασε στο ελάχιστο αυτά τα ακραία κινήματα (Αφγανιστάν). Το αντίθετο μάλιστα. Ήταν μέσα από αυτά τα κινήματα του Αφγανιστάν που προετοιμάστηκε η απροσδόκητη τρομοκρατική επίθεση των φανατικών μουσουλμάνων εναντίον των ΗΠΑ την 11η Σεπτεμβρίου 2001. Η μη αναμενόμενη από τους φανατικούς ισλαμιστές στρατιωτική ανταπάντηση των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν το 2002 και στο Ιράκ το 2003 περιέπλεξε περισσότερο τα πράγματα στη Μέση Ανατολή.


    Συμπεράσματα

    Η σύγκρουση των πολιτισμών βασίζεται στη διαχρονική αδυναμία αναδιοργάνωσης και εκσυγχρονισμού των ισλαμικών κοινωνιών και στην ανάδειξη νέων κοινωνικών ισορροπιών στο εσωτερικό τους. Έτσι, σήμερα ο μουσουλμανικός κόσμος είναι σε κρίση. Μια κρίση που κατά τον Χένρυ Κίσινγκερ παραπέμπει σε μια προγενέστερη ιστορική φάση: της Ευρώπης των θρησκευτικών πολέμων κατά τον 17ο αιώνα (Κίσινγκερ – ΗΠΑ: Αυτοκρατορία ή Ηγεμονική Δύναμη, σελ. 251, εκδ. Λιβάνης 2002).

    Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 (τότε οι ΗΠΑ υποστήριζαν παντού τους μουσουλμάνους - Αφγανιστάν δεκαετία 1980, Βοσνία, Κόσοβο, Τσετσενία, Τουρκία δεκαετία 1990) ο Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι προέβλεπε πως «οι φονταμενταλιστές μουσουλμάνοι εκμεταλλευόμενοι τη θρησκευτική εχθρότητα εναντίον του αμερικάνικου τρόπου ζωής και επωφελούμενοι από την αραβο-ισραηλινή σύγκρουση θα επιχειρήσουν να διαχύσουν την βία παντού» (Μπρεζίνσκι, Η Μεγάλη Σκακιέρα, σελ.100, εκδ. Λιβάνης, 1998).

    Τα παραπάνω αποδεικνύουν πως η ένταση μεταξύ Ισλάμ και Δύσης είναι βαθύτερη και περισσότερο πολύπλοκη. Και δεν έχει σε τίποτα να κάνει με το γεγονός πως μια Δανέζικη εφημερίδα δημοσίευσε μερικά σκίτσα του Μωάμεθ ή με το ότι ο Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄ έκανε μια αναφορά στο Ισλάμ με αφορμή ένα βιβλίο του Μανουήλ Παλαιολόγου.

    Η όποια υπέρβαση του σκηνικού της πολιτισμικής σύγκρουσης δεν μπορεί να γίνει με πολιτικές ευχές και επικλήσεις. Τα αίτια της έντασης είναι διαφορετικά και βαθύτερα από αυτά που νομίζουμε. Εν προκειμένω άλλο πράγμα νοσεί και άλλο προσπαθούν να θεραπεύσουν. Για παράδειγμα, η λύση του μεσανατολικού πλέον δεν αρκεί για να σταθεροποιήσει τη Μέση Ανατολή αφού οι μεγάλες αντιθέσεις βρίσκονται μέσα στο Ισλάμ ή ανάμεσα στο Ισλάμ και τη Δύση. Το Ισραήλ μπορεί να κάνει τα πράγματα χειρότερα, αλλά δεν μπορεί να τα κάνει καλύτερα. Μπορεί να επιδεινώσει το πρόβλημα, αλλά δεν μπορεί να το λύσει. Το μέγα πρόβλημα σήμερα είναι η σχέση των Αράβων με το πετρέλαιο, με τη Δύση και με τον εαυτό τους.




 


Η κατασκευή της ιστοσελίδος έγινε από τον Κλάδο Διαδικτύου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναπαραγωγή του περιεχομένου χωρίς την γραπτή έγκριση του Οργανισμού.
Copyright(c) 2004




WebDesign by TemplatesBox