Σχέσεις Εκκλησίας και κράτους
Π. Β. Πάσχος
ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΑ
Από «ΕΥΘΥΝΗ» τεύχος 396, Δεκέμβριος 2004.
Ένας από τους ιστορικούς της πνευματικής αρχαιότητος έγραψε, πως μπορεί κανείς να βρει χώρες δίχως κτίσματα διαφόρων πολιτιστικών ιδεολογιών ή αποχρώσεων, αλλά είναι αδύνατο να βρείς μια χώρα δίχως ιερούς ναούς. Η φράση αυτή θέλει να δηλώσει, πώς ο άνθρωπος είναι δεμένος πάντοτε με τους ιερούς τόπους, όπου λατρεύει το Θεό και τους Αγίους του. Βέβαια, πολλοί εκλαμβάνουν ως αναγκαιότητα του ανθρώπου να έχει σχέση με μια ανωτέρα δύναμη, δηλαδή ως θρησκευτικότητα (άνω θρώσκειν), αλλά τούτο θα μας οδηγούσε σε άπειρες δυνατότητες και οδούς διαφόρων θρησκειών και σε πανσπερμία αιρέσεων. Εδώ, μιλούμε για μια θρησκευτική πίστη που εκφράζεται και στεγάζεται μέσα στην Εκκλησία, που την ίδρυσε ο Χριστός για τη σωτηρία του ανθρώπου. Και από αυτή την άποψη, πρέπει να μιλούμε για την Εκκλησία που αγκάλιασε τον Ελληνισμό και την αγκάλιασε ο Ελληνισμός, και ξαπλώθηκε, με τον Χριστιανισμό και το ιερό Ευαγγέλιο, σε όλα τα έθνη. Μας ενδιαφέρει λοιπόν εδώ, όχι η θρησκεία (των θρησκειολόγων ως ιδεοληψία ενίοτε ή ιδεολόγημα), αλλά η Εκκλησία του Χριστού, ως μυστική κιβωτός σωτηρίας.
Πρέπει πάντως να μην ξεχνούμε, όταν συζητούμε τέτοια θέματα, ότι ο Ελληνισμός, ως έθνος και ως πολιτισμός, πρόσφερε μέγιστες υπηρεσίες
-έμμεσες και άμεσες- στο Χριστιανισμό και στην Εκκλησία του Χριστού• ας θυμηθούμε και τον λόγο του Κυρίου, όταν πήγαν να τον επισκεφθούν οι Έλληνες: «νυν εδοξάσθη ο Υιός του ανθρώπου» (Ιωάν. ιγ' 31). Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν πρέπει να λησμονούμε και τις μεγάλες υπηρεσίες που πρόσφερε ο Χριστιανισμός και η Εκκλησία του Χριστού στον Ελληνισμό. Παραμερίζοντας αυτή τη στιγμή τ' άλλα, θα ήθελα ν' αναφέρω τη διάσωση των περισσοτέρων κλασσικών συγγραφέων μας, για τους οποίους καυχάται όλη η πνευματική οικουμένη, από τους μοναχούς του Βυζαντίου, όπου στα εργαστήρια των ιερών Μονών, αντιγράφονταν οι κλασσικοί μας σε περγαμηνά χειρόγραφα, παράλληλα με τα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας. (Κ' εδώ κάποιοι διεστραμμένοι, τυφλοί ή εθελοτυφλούντες, όταν βρίσκουν έναν παλίμψηστο κώδικα όπου απαλείφτηκε ένας «Πλούταρχος» για να γραφεί ένας «Χρυσόστομος», κατηγορούν τους Μοναχούς ως καταστροφείς ενώ είναι γνωστό, πώς αυτό γινότανε όταν υπήρχαν ήδη αρκετοί «Πλούταρχοι» και δεν υπήρχε η πανάκριβη περγαμηνή για ένα «Χρυσόστομο» στο μοναστήρι εκείνο). Τα κείμενα των Πατέρων, ιδίως του Μεγάλου Βασιλείου και του Γρηγορίου του Θεολόγου, είναι γεμάτα συμβουλές και προτροπές για την προσέγγιση και πρόσληψη της ελληνικής παιδείας• αρκεί μόνο ν' αναφέρει κανείς τον λόγο του Μεγάλου Βασιλείου «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων», ή τους προσωδιακούς ύμνους του αγίου Γρηγορίου, με τους οποίους άνοιγε δρόμους προς γνώση της ελληνικής παιδείας, γλώσσας, ποιήσεως κλπ.
Η συνεργασία Έθνους και Εκκλησίας ήταν αρμονική πάντα, ώσπου έφτασε κείνη η καταραμένη Δ' Σταυροφορία, με την Ενετοκρατία και τη Φραγκοκρατία (1204-1270), από τις οποίες -κατά την κρίση νεωτέρων Ιστορικών- πολύ επιεικέστερη και ανεκτότερη, σε όλα, ήταν ή Τουρκοκρατία!
Δεν είναι η ώρα και ο τόπος για λεπτομερείς αναλύσεις, αλλά πρέπει να τονίσουμε, πρόχειρα, έστω και επιγραμματικά, ότι, αν επιζήσαμε ως Έθνος και διατηρήσαμε τη γλώσσα και τον εθνισμό μας (που τόσο παρεξηγείται τα τελευταία χρόνια, που βαλθήκαμε να χαλάσουμε και την γλώσσα μας), αυτό οφείλεται κυρίως στον ιερό κλήρο της Εκκλησίας μας. Το λέει και ο Ρήγας υπαινικτικά σ' ένα στίχο του: «Σταυρός η πίστις και καρδιά»! Αλλά το λέει καθαρότερα ο Σολωμός, στις στροφές 89-90 του «Ύμνου εις Ελευθερίαν»:
Σου ήλθε εμπρός λαμποκοπώντας
η θρησκεία μ’ένα σταυρό
και το δάχτυλο κινώντας
οπού ανεί τον ουρανό,
«Σ' αυτό, εφώναξε, το χώμα
στάσου ολόρθη, Ελευθεριά»•
και φιλώντας σου το στόμα
μπαίνει μεσ' στην εκκλησιά!
Η αλληλοπεριχώρηση που υπάρχει, ολοζώντανη και ολοφάνερη, ανάμεσα στην Εκκλησία και το ελληνικό Έθνος, φαίνεται και στην λειτουργική ζωή των πιστών τέκνων της Εκκλησίας. Στην εικοστή πέμπτη Μαρτίου ενώθηκαν οι δυο γιορτές -του Ευαγγελισμού και της εθνικής Παλιγγενεσίας- κ' έγιναν ένα, όπως έγινε και η γιορτή της Αγίας Σκέπης με την εικοστή ογδόη Οκτωβρίου, όπου ο στρατός μας έβλεπε στα χιονισμένα βουνά της Ηπείρου την Παναγία να τους σκεπάζει και να τους φυλάγει. Η πρόσληψη αυτή των εθνικών στιγμών στη ζωή της Εκκλησίας μας, ενώνει το Ελληνορθόδοξο Έθνος μας και το κρατάει όρθιο στις δύσκολες ώρες της πορείας του, ανάμεσα σε πονηρούς κ' εχθρικούς γειτόνους και σ' εσωτερικές ενίοτε προδοσίες και ανταρσίες ακατανόητες.
Δεν είναι άγνωστο, πως, από την μια ή την άλλη πλευρά, παρουσιάζονται σχισματικές τάσεις από φανατικούς Έλληνες ή φανατικούς εκκλησιαστικούς ταγούς. Αλλά, ακριβώς εξαιτίας αυτών των εξαιρέσεων, που παγιδεύουν την πνευματική πορεία των Ελλήνων, πρέπει να θυμούμαστε πιο έντονα την ιστορία μας, όπου ο Ελληνισμός βοήθησε στην εξάπλωση και στη διατήρηση του πνευματικού πολιτισμού με τη γλώσσα του και τις ιδέες του, αλλά και η Εκκλησία με τους κληρικούς της βοήθησε στην οργάνωση και διατήρηση του Νέου Ελληνισμού• υπάρχουν κληρικοί υπουργοί, και άλλοι που ως στελέχη κορυφαίων Συμβουλίων και Σωμάτων, συμμετέχουν στην ορθή διοίκηση του νέου κράτους μετά την Επανάσταση του 1821 (Εθνοσυνέλευση, Βουλή, Γερουσία κ.λπ.).
Από την άλλη πλευρά, οι ιερές Μονές μας εφοδιάζουν, με άψυχο και έμψυχο υλικό τον αγώνα του Νέου Ελληνισμού. Ακόμη και απαίδευτοι κληρικοί, με τα λίγα «κολυβογράμματά» τους, εκτιμούν την Παιδεία και την αδερφώνουν με την πίστη της Εκκλησίας είτε με το λεγόμενο «Κρυφό σκολιό» (που τόσο παρεξηγήθηκε στις μέρες μας), είτε με τις άλλες Σχολές του υπόδουλου Ελληνισμού.
Και, αν είναι νωρίς για να εκτιμήσομε τις θυσίες των κληρικών μας στην δεκαετία του '40 και του λεγόμενου «εμφυλίου», ας θυμηθούμε τη συνεργασία και τις θυσίες των ηρωικών κληρικών της Εκκλησίας μας στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ώσπου να 'ρθεί το «Ελληνικό», κατά το λόγο του μεγάλου νεομάρτυρα Κοσμά του Αιτωλού, που ίδρυσε την πραγματική «δωρεάν παιδεία» και δούλεψε όσο λίγοι για την ορθόδοξη πίστη και την Παιδεία του Γένους. Οι θυσίες των κληρικών για το Γένος-Έθνος, τους κάνει Εθνομάρτυρες. Ευλογώντας τα όπλα για τον αγώνα της Ελευθερίας, έπεσαν και οι ίδιοι στις επάλξεις. Δειγματοληπτικά μονάχα, θα μπορούσε κανείς ν' αναφέρει τους ακόλουθους: ο Σαμουήλ στο Σούλι, ο παπα-Θύμιος Βλαχάβας, ο Γρηγόριος ο Ε', ο Εφέσου Διονύσιος, ο Αγχιάλου Ευγένιος, ο Νικομήδειας Αθανάσιος, ο Δέρκων Γρηγόριος, ο Αδριανουπόλεως Δωρόθεος, ο Τυρνόβου Ιωαννίκιος, ο Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, ο πρώην Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος ο Ζ', ο Κύπρου Κυπριανός, ο Σαλώνων Ησαΐας, ο Ρωγών Ιωσήφ, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Παπαφλέσσας και τόσοι άλλοι, -όπως, βέβαια και στα νεώτερα χρόνια, με το χαμό της Μικρασίας.
Στο σώμα του Γένους-Έθνους η Εκκλησία είναι η καρδιά και η ψυχή. Παρ' όλα όσα λέγονται για χωρισμούς ή διακριτούς ρόλους κ.λπ., η αλήθεια είναι ότι, η Ελλάδα είναι με τέτοιον τρόπο εσωτερικά ενωμένη με τη ζωή της Εκκλησίας και των ηρωικών -(δεν μιλούμε για τις εξαιρέσεις των κακών) κληρικών της- και οι οποίοι είναι άγιοι και αυτοθυσιάζονται, όταν χρειαστεί- που δεν μπορώ να συλλάβω πώς θα μπορούσε να ζήσει το Έθνος μας δίχως την «ράβδον καί βακτηρίαν» της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
|