Σχέσεις Εκκλησίας και κράτους
Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος
Το άθρησκο κράτος αμφισβητείται
Τύπος της Κυριακής, 3.4.2005
Η Γαλλία είναι η κοιτίδα του κράτους που έχει περιθωριοποιημένη την Εκκλησία και στο οποίο απαγορεύεται κάθε μνεία για θρησκεία. Αυτή επιτρέπεται μόνο στην ιδιωτική σφαίρα της ζωής των πολιτών.
Η εφαρμογή του νόμου του 1905 ξεκιvησε με σφοδρή επιθετικότητα σε βάρος της Καθολικής Εκκλησίας. Ενδεικτικά, το 1904 μια ομάδα 50-60 βουλευτών της Αριστεράς είχε ζητήσει οι ναοί να μετατραπούν σε «δημοτικά κτίρια κοινωνικής εκπαίδευσης». Προηγουμένως, και συγκεκριμένα το 1902, ο ηγέτης της Αριστεράς Ζορές είχε γράψει στο περιοδικό «Η μικρή Δημοκρατία»: «Υπάρχουν εγκλήματα πολιτικά και κοινωνικά που πληρώνovται τώρα και το μεγάλο μαζικό έγκλημα της Καθολικής Εκκλησίας είναι κατά της αλήθειας, κατά της ανθρωπότητας, κατά του δικαίου, και κατά της δημοκρατίας και σ' αυτά τώρα θα αποδοθεί η δίκαιη μισθαποδοσία».
Αλλά στην ιστορία της Γαλλίας ο Εμίλ Κομπ μένει ως ο πρωθυπουργός εκείνος που κατά τη θητεία του (1902-1905) έκανε τον σφοδρότερο πόλεμο κατά της Καθολικής Εκκλησίας. Πόλεμο στον οποίο τον συνέτρεξαν οι Γάλλοι ελευθερoτέκτονες και ομάδες διανοουμένων, όπως της «Ελεύθερης Σκέψης» και της «Λίγκας των δικαιωμάτων του ανθρώπου». Επί των ημερών του έκλεισαν 10.000 κατηχητικά σχολεία και απαγορεύθηκε να γίνονται δάσκαλοι και καθηγητές άνθρωποι της Εκκλησίας. Από τους Καθολικούς χαρακτηρίστηκε «κληρικοφάγος», με σφοδρό μίσος κατά της Εκκλησίας, που μπορούσε να συγκριθεί με τον Ιουλιανό τον Παραβάτη.
Μετά την ψήφιση του νόμου στα 1905 χωρισμού Κράτους - Εκκλησίας η κυβέρνηση Κλεμανσό ευνόησε τη χρηματοδότηση εταιρίας, με σκοπό να δημιουργήσει μια νέα Γαλλική Καθολική Εκκλησία, ανεξάρτητη από τη Ρώμη και τους oρισμένoυς από αυτήν επισκόπους.
Με το Νόμο του 1905 κρατικοποιήθηκαν όλοι οι Ναοί και ορισμένοι από αυτούς μετετράπησαν σε δημόσια κτίρια πολλαπλών χρήσεων. Η Καθολική Εκκλησία αντέδρασε τότε έντονα. Ο Πάπας Πίος 10ος καταδίκασε το νόμο με Εγκύκλιό του, το Φεβρουάριο του 1906.
Το άθρησκο κράτος επέβαλε τους δικούς του κανόνες στη Γαλλία. Μεταξύ αυτών ο Κλεμανσό επέβαλε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να απαγορεύεται να παρίσταται σε οποιαδήποτε θρησκευτική εκδήλωση.
Για πρώτη φορά παρουσία γάλλου αξιωματούχου σε Καθολική Εκκλησία σημειώνεται κατά το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Συγκεκριμένα στις 19 Mαΐoυ 1940 ο πρωθυπουργός Πολ Ρεϊνό και πολλοί υπουργοί παρέστησαν σε Λειτουργία στο Ναό της Παναγίας των Παρισίων. Ο Πρόεδρος Σαρλ Ντε Γκολ, πιστός Καθολικός, έκανε ένα βήμα παραπάνω. Το 1966, με την παρακίνηση της συζύγου του, όπως γράφουν οι βιογράφοι του, σε μία επίσημη επίσκεψή του στην ΕΣΣΔ και στο Λένινγκραντ παρακολούθησε τη Λειτουργία στον εκεί Καθολικό Ναό της Παναγίας της Λούρδης και κοινώνησε, προκαλώντας την αγανάκτηση των δογματικών του άθρησκου κράτους.
Το θέμα της παρουσίας των Προέδρων σε θρησκευτικές τελετές ξεπεράστηκε σε μεγάλο βαθμό επί σοσιαλιστού Προέδρου Φρανσουά Μιτεράν. Αυτός δεν είχε κανένα πρόβλημα να παρίσταται στις τελετές της Καθολικής Εκκλησίας και με τη διαθήκη του ζήτησε να του γίνει εκκλησιαστική κηδεία στην Παναγία των Παρισίων. Στην κηδεία του, τον Ιανουάριο του 1996, παρέστη και ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Ζακ Σιράκ, ο οποίος έκτοτε έχει παραστεί σε πολλές θρησκευτικές τελετές.
Σήμερα επικρατεί γενικά η άποψη ότι ο δογματισμός του άθρησκου κράτους και στο θέμα της μη εκφράσεως της θρησκευτικής πίστης τους από τους Προέδρους της Γαλλικής Δημοκρατίας και τους άλλους αξιωματούχους προσκρούει στην αρχή της θρησκευτικής ελευθερίας, που το ίδιο το άθρησκο κράτος πρεσβεύει. Αυτό παρά το ότι oι Γάλλοι επέβαλαν να μην υπάρχει ιστορική αναφορά στο Προοίμιο του Ευρωπαϊκού Συντάγματος του Χριστιανισμού ως ενός των πυλώνων της ευρωπαϊκής κουλτούρας.
Τι γίνεται σήμερα
Σήμερα, με την εξέλιξη που είχε αυτά τα 100 Χρόνια στη Γαλλία ο νόμος του 1905 για το βίαιο χωρισμό του Κράτους από την Εκκλησία, φαίνεται ότι έχει βρεθεί μια φόρμουλα επιφανειακής συναίνεσης.
Αυτό παρά τις δυσκολίες που και σήμερα στην εφαρμογή του, λόγω των νέων στοιχείων που υπάρχουν στη γαλλική κοινωνία, όπως oι πολλοί μουσουλμάνοι, και η παρουσία και δράση σεκτών.
Πρώτον, oι εκπρόσωποι της Καθολικής Εκκλησίας και παρά το ότι στις ιδιαίτερες συζητήσεις τους πάντα θεωρούν ότι το γαλλικό κράτος είναι όχι άθρησκο αλλά αντιχριστιανικό, εντούτοις δημοσίως τάσσονται υπέρ της διατήρησης του νόμου του 1905. Ο καρδινάλιος και μέχρι πρότινος Αρχιεπίσκοπος Παρισίων Λουστιζέ τάχθηκε ανοικτά υπέρ της διατήρησης του νόμου αυτού, «προκειμένου να μην χωριστεί πάλι η Γαλλία σε δύο στρατόπεδα».
Δήλωσε επίσης ικανοποιημένος από την υπογραφή το 2002 μιας συμφωνίας, με την οποία συγκροτήθηκε μια μόνιμη επιτροπή διαλόγου της Καθολικής Εκκλησίας και των άλλων Εκκλησιών και θρησκειών με τις κρατικές αρχές. Επίσης το Βατικανό δείχνει ότι προτιμά να ρυθμίσει τα καθημερινά ποιμαντικά προβλήματα κατά περίπτωση, παρά να θίξει την ισορροπία που επιτεύχθηκε τελικά στην εφαρμογή του νόμου του 1905.
Οι Προτεστάντες, από την πλευρά τους, βλέπουν ορισμένες δυσκολίες που προκαλούν ο νόμος του 1905 και οι εν συνεχεία ψηφισθέντες, αλλά φοβoύντται ότι μια αναθεώρηση των νόμων αυτών θα μπορούσε να μην είναι ευνοϊκή γι' αυτούς. Από την πλευρά τους οι ελευθεροτέκτονες εμφανίζoνται ως οι θεματοφύλακες του άθρησκου κράτους. Επιζητούν την επαναφορά των σχέσεων του Κράτους με την Εκκλησία στο αυστηρό καθεστώς του 1905 και νωρίτερα, αλλά και δεν το προτείνουν ανοικτά, γιατί γνωρίζουν ότι μια αναθεώρηση του νόμου θα οδηγούσε σε νέα αντιπαράθεση με τον κόσμο της Εκκλησίας και αυτή τη φορά δεν είναι βέβαιο ότι σε ενδεχόμενο δημοψήφισμα θα επικρατούσαν εκείνοι που είναι υπέρ του άθρησκου κράτους.
Σήμερα δηλαδή όλοι στη Γαλλία επιθυμούν την επίλυση των θρησκευτικών θεμάτων με συναίνεση, με δεδομένη μάλιστα την έξαρση της πίστης και της δράσης πολλών μουσουλμανικών ομάδων.
|